Όταν οι ισορροπίες και τα καθεστώτα ανατρέπονται
Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι η πλειονότητα των Αμερικανών Προέδρων που έχουν περάσει από το Λευκό Οίκο, προσπαθούν συνήθως να βρουν κατά την άσκηση της εξωτερικής τους πολιτικής, το σημείο ισορροπίας ανάμεσα στην επίκληση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών από τη μία μεριά και την προστασία της ασφάλειας και των εθνικών συμφερόντων της Αμερικής από την άλλη. Στην ίδια άσκηση ισορροπίας επιδίδεται τα τελευταία 24ωρα και ο Μπάρακ Ομπάμα με αφορμή την αιγυπτιακή κοινωνική και πολιτική κρίση. Οι παράγοντες του Λευκού Οίκου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ γνωρίζουν πολύ καλά ότι η ανατροπή του καθεστώτος Μουμπάρακ θα σημάνει νέες ισορροπίες- όχι απαραίτητα ευνοϊκές για τα συμφέροντά τους- τόσο στην Αίγυπτο όσο και την ευρύτερη περιοχή του Ιράν, της Ιορδανίας, της Σαουδικής Αραβίας και ασφαλώς του Ισραήλ. Όσο, όμως, οι μέρες περνούν γίνεται αντιληπτό ότι η Αμερικανική εξωτερική πολιτική εξαναγκάζεται- και σίγουρα όχι ηθελημένα- να προσαρμοστεί στις εξελίξεις και να εγκαταλείψει τις ασκήσεις ισορροπιών. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου, σύμφωνα με αναλυτές, έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο Μουμπάρακ αργά ή γρήγορα θα πέσει, και ακόμα κι αν κερδίσει πίστωση χρόνου δε θα μπορέσει με ευκολία να κρατηθεί για πολύ στην εξουσία.
Είναι αλήθεια ότι συνεργάτες του Αμερικανού Προέδρου αλλά και τα στελέχη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ υποβάθμισαν τις κοινωνικές ταραχές στην Αίγυπτο καθώς δε μπορούσαν να προβλέψουν ούτε την έκταση ούτε την έντασή τους. Αποτέλεσμα ήταν σε μεγάλο βαθμό ο Μπάρακ Ομπάμα να συρθεί από τις εξελίξεις επιδεικνύοντας χαμηλά αντανακλαστικά. Στο πρώτο του διάγγελμα αφοσιώθηκε να επαναλαμβάνει την ανάγκη σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών για να έρθουν δύο μέρες μετά οι δηλώσεις της Χίλαρι Κλίντον για την απαιτούμενη μετάβαση εξουσίας στην Αίγυπτο, δύο συνεργάτες του Ομπάμα- μεταξύ των οποίων και ο εκπρόσωπος τύπου του- να κριτικάρουν πλέον ανοιχτά τον Μουμπάρακ και εν συνεχεία ένα ακόμα διάγγελμα του Αμερικανού Προέδρου προς το έθνος ενημερώνοντας ότι ζήτησε από τον Αιγύπτιο πρόεδρο να μην κλιμακώσει τη βία. Πριν τη στροφή 180 μοιρών που έκανε ο Λευκός Οίκος σημειώνοντας σταθερά βήματα αποστασιοποίησης από το καθεστώς Μουμπάρακ, υπό το φόβο και τυχόν έξαρσης αντι-αμερικανισμού μεταξύ των Αιγυπτίων εξεγερμένων διαδηλωτών, είχε προηγηθεί το φάουλ του αντιπροέδρου Τζον Μπάϊντεν που υποστήριξε δημόσια, εν μέσω της φλεγόμενης αυτής συγκυρίας, ότι δεν βλέπει τον Μουμπάρακ ως δικτάτορα.
Να επισημάνουμε ότι ο Μπάρακ Ομπάμα από την αρχή της θητείας του δεν ξέφυγε από την μακροχρόνια παράδοση 30 και πλέον περίπου ετών στην οποία είχαν μείνει πιστοί όλοι οι προκάτοχοί του στο Λευκό Οίκο. Την παράδοση στήριξης του απολυταρχικού καθεστώτος Μουμπάρακ στην Αίγυπτο κρατώντας και ο Μπάρακ Ομπάμα την ίδια στάση αμφίσημης ουδετερότητας ή – για να το πω με άλλα λόγια- διφορούμενης διακριτικής στήριξης του Αιγύπτιου ηγέτη. Το 2009 ο Ομπάμα είχε δώσει μία από τις γνωστές χαρισματικές του ομιλίες στο Κάιρο, εξυμνώντας την αξία της δημοκρατίας. Η Αίγυπτος και ο Μουμπάρακ έχουν υπάρξει μέχρι σήμερα οι πιο πολύτιμοι σύμμαχοι της Αμερικής στη Μέση Ανατολή, όντας αποδέκτες αμερικανικής βοήθειας ύψους 1,5 δις δολαρίων. Εντούτοις, οι δημόσιες τοποθετήσεις του Ομπάμα για τον εκδημοκρατισμό της Αιγύπτου ήταν το ίδιο αμφίσημες όσο και των προηγούμενων Αμερικανών Προέδρων. Έξι χρόνια νωρίτερα, ο Πρόεδρος Μπους κατά τη ορκωμοσία της δεύτερης θητείας τους εκφώνησε μία ομιλία, που ήταν κι διαρθρωμένη πάνω στις ατζέντα της ελευθερίας, ως ένα είδους όρκου από μέρους της Αμερικής στην εξάπλωση της δημοκρατίας και τον τερματισμό της τυραννίας σε ολόκληρο τον κόσμο. Κάθε ηγέτης, είχε πει τότε ο 43ος Αμερικανός Πρόεδρος, «πρέπει να γνωρίζει ότι για να έχει σχέσεις συνεργασίας με την Αμερική απαιτείται να κυβερνά το έθνος του με βάση της αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αξιοπρέπειας». Και πάλι τότε, ουκ ολίγοι αναλυτές είχαν σχολιάσει ότι όλα αυτά είναι ρητορείες από μέρους της Αμερικής που θα μείνουν στα χαρτιά. Όπως κι έγινε. Για να έρθει, λίγο καιρό μετά από τότε, ο σφιχτοεναγκαλισμός υπουργών της κυβέρνησης Μπους με τον Αιγύπτιο ηγέτη για να ανατραπούν στην πράξη οι μεγαλοστομίες του τότε Αμερικανού Προέδρου. Έρευνα που διεξήγαγε στις Αραβικές το 2008 το αμερικανικό πανεπιστήμιο του Μέριλαντ, έδειξε ότι οι πολίτες δεν πίστεψαν ποτέ ότι οι Ηνωμένες Πολιτείας επιζητούν στα σοβαρά την επέκταση της δημοκρατίας στην περιοχή.
Υπάρχουν, όμως, πολλά ακόμα ιστορικά παραδείγματα που δείχνουν ότι τις ακροβασίες και τις ασκήσεις ισορροπίας που προσπαθεί να πετύχει η Αμερική ανάμεσα σε δύο άκρα που τις περισσότερες φορές δεν ταυτίζονται. Αυτό της διαφύλαξης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προώθησης των συμφερόντων της αμερικανικής εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής ανά τον κόσμο. Την τελευταία 30ετία δεν πρέπει ίσως να έχει υπάρξει άλλος Αμερικανός Πρόεδρος που μπήκε στο Λευκό Οίκο αφοσιωμένος τόσο πολύ στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο ο Τζίμι Κάρτερ (βραβευμένος το 2002 με Νόμπελ ειρήνης). Ωστόσο όταν ήρθε αντιμέτωπος με τις έντονες πιέσεις του σάχη του Ιράν, η διοίκηση του Λευκού Οίκου αποφάσισε να κάνει τα στραβά μάτια στηρίζοντας το καθεστώς του. Μέχρι που ήρθε η ώρα της ανατροπής του λόγω μιας δυναμικής ισλαμικής επανάστασης και το αποτέλεσμα ήταν ο Κάρτερ και οι Ηνωμένες Πολιτείες να βρεθούν εκ των υστέρων αντιμέτωποι με έναν σφοδρό αντιαμερικανισμό από μέρους του Ιρανικού λαού. Η ίδια ισορροπία είναι εμφανής ακόμα και στις σχέσεις Αμερικής- Κίνας. Μέχρις ότου η κινεζικής υπερδύναμη δείξει «τα δόντια της» σε παγκόσμιο επίπεδο, η Αμερική την κριτίκαρε αυστηρά σε θέματα εκδημοκρατισμού και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τώρα πλέον αυτό που προέχει για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η αποδοτικότερη οικονομική συνεργασία με την Κίνα, και το καθεστώς καταπίεσης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην κινεζική επικράτεια μπαίνει καλώς ή κακώς για τον Λευκό Οίκο σε δεύτερη μοίρα.
Σήμερα, ο Μπάρακ Ομπάμα δεν έχει άλλο δρόμο από το να αποσύρει επιμελώς την στήριξή του στον Μουμπάρακ. Όχι ,προφανώς ,για λόγους ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά γιατί η Αμερική δεν έχει άλλη λύση. Παρότι αυτή η επιλογή δεν εξυπηρετεί τα στενώς εννοούμενα εθνικά της συμφέροντα. Το ποιά θα είναι η επόμενη μέρα αν το απολυταρχικό καθεστώς του Μουμπάρακ εκτροχιαστεί, δεν μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα. Το βέβαιο είναι ότι όσες ομιλίες και διπλωματικές επαφές δεν κατάφεραν να εγκαθιδρύσουν σε μία χώρα το αυτονόητο , δηλαδή τη δημοκρατία και τις πολιτικές ελευθερίες, ίσως το καταφέρει ένας ολόκληρος λαός από μόνος του. Και τότε ενδεχομένως οι ιστορικοί του μέλλοντος να μπορούν να μιλούν για την πρώτη δημοκρατική λαϊκή ανατροπή στον 21ο αιώνα.